Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Με επιχειρήματα στη μάχη των απεργιών (με αφορμή τη 10η Φλεβάρη)


Κοινός απεργιακός αγώνας για να μην περάσει το «πρόγραμμα σταθερότητας»
Η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ αναγκάστηκε να προχωρήσει στην κήρυξη 24ωρης απεργίας στις 10 Φεβρουαρίου. Ήταν μια απόφαση που βγήκε κάτω από τις πιέσεις του κόσμου, ύστερα κι από την πετυχημένη Πανεργατική στις 17 Δεκεμβρίου (στην οποία συμμετείχε και ο κλάδος των ΜΜΕ), που άνοιξε συζητήσεις κι ανέδειξε τη δύναμη της βάσης μέσα σε όλους τους χώρους ξεπερνώντας τους δισταγμούς και την παράλυση συνδικαλιστικών ηγεσιών. Είναι μια απεργία που πρέπει να στηρίξουμε όλοι παρά τις ντρίπλες στην ηγεσία της ΓΣΕΕ ώστε να μην υπάρξει συντονισμός δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, λες και τα προβλήματα είναι διαφορετικά.


Το ίδιο ισχύει και στον κλάδο των ΜΜΕ που οι απολύσεις (σε συνδυασμό με το πάγωμα προσλήψεων ακόμα και για τα «μπλοκάκια»), μαζί με τις πιέσεις στους μισθούς, της εντατικοποίησης της δουλειάς και τις γενικότερες αναδιαρθρώσεις που συντελούνται στον κλάδο μέσα στην ύφεση των διαφημιστικών εσόδων, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ.
Αντιμέτωπη με την απεργία των εργαζόμενων στο δημόσιο, η κυβέρνηση προσπαθεί να στοχοποιήσει τον κόσμο που δουλεύει εκεί. Με τη βοήθεια διαφόρων «φωστήρων» στα ΜΜΕ αναμασά είτε διάφορα ιδεολογήματα κλισέ για «τεμπέληδες του φραπέ» και «υψηλόμισθους», είτε «συμβουλεύει» πως αν κάνουμε υπομονή και σταματήσουμε να αντιδρούμε στις θυσίες που επιβάλει το Πρόγραμμα Σταθεροποίησης, θα εξευμενιστούν οι αγορές, θα πέσουν τα επιτόκια δανεισμού και τα περιβόητα spread και η χώρα θα αποφύγει τον κίνδυνο χρεοκοπίας (αδυναμία δανειακής εξυπηρέτησης).
Όμως τα ερωτήματα και οι απαντήσεις, πίσω από τα μυθεύματα, αποκαλύπτουν μια σειρά αλήθειες που δεν μπορούν να κρυφτούν. Χρειάζεται μόνο να θέσουμε τις ερωτήσεις για να δούμε τις απαντήσεις. Μερικά από αυτά τα ερωτήματα επιχειρούν να απαντήσουν οι Financial Crimes, ζητώντας τη συμμετοχή του κλάδου στην απεργία της ΑΔΕΔΥ στις 10 Φεβρουαρίου, διεκδικώντας το συντονισμό με όλους τους εργαζόμενους, καθώς τα προβλήματα είναι κοινά.

Αν κάνουμε υπομονή, θα ξεπεραστεί ο σκόπελος;

Πίσω από τα λόγια στην ουσία μας λένε: «Είτε θα κόψετε το λαιμό σας μόνοι σας, ή θα σας τον κόψουν οι αγορές». Αυτό το ωμό, εκβιαστικό δίλημμα ξεδιπλώνεται από τις τράπεζες, τον ΣΕΒ, την ΕΚΤ, την Κομισιόν και την κυβέρνηση που το νομοθετεί, προσπαθώντας να εξευμενίσει τα χρηματοοικονομικά ιερατεία τα οποία ευθύνονται για την κρίση και τώρα ζητούν να πληρώσουν το λογαριασμό οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι –πακέτο- σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Αυτό εννοούν όταν λένε «η Ελλάδα έχει χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών». Όταν οι τραπεζίτες στήνουν «μπλόκα» στο δημόσιο δανεισμό κινδυνολογώντας για χρεοκοπία, υπονοούν τη δική τους χρεοκοπία, τον κίνδυνο να μην πάρουν πίσω τα δανεικά της κερδοσκοπίας πάνω στην οποία στηρίζονται. Και όχι μόνο αυτό, είναι τόσο αχόρταγοι που ως γνήσιοι τοκογλύφοι ανεβάζουν κι άλλο τα επιτόκια και τα spread (το επιπλέον καπέλο που ζητούν για τόκο) ζητώντας ακόμα μεγαλύτερες θυσίες.
Η κυβέρνηση που εκλέχτηκε με υποσχέσεις για κοινωνική δικαιοσύνη κάνει στροφή 180 μοιρών. Βέβαια, ο Γ. Παπανδρέου και οι υπουργοί του θυμούνται πολύ καλά τι έπαθε η ΝΔ με τις μετωπικές συγκρούσεις. Γι’ αυτό ταυτόχρονα με την άγρια κλιμάκωση των επιθέσεων προσπαθούν να βρουν συναινέσεις και να τις ντύσουν με το μανδύα της «δίκαιης κατανομής», ώστε να κατακερματίσουν τις αντιδράσεις και να αποφύγουν τη γενικευμένη σύγκρουση. Γιατί δεν συγκρούονται με τα «μπλόκα» που υψώνουν οι αγορές αντί να τις χαϊδεύουν λέγοντας “OK” στα μέτρα που ζητούν;

Για πια «εμπιστοσύνη των αγορών» μιλάνε;

Για πια «εμπιστοσύνη των αγορών» μιλάνε όταν ακόμα και οι πιο πιστοί θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού αναγκάζονται να παραδεχθούν την πλήρη αποτυχία και αναξιοπιστία των «δυνάμεων της αγοράς» μπροστά στο βάθος και το εύρος της νέας οικονομικής κρίσης που κρατάει από το καλοκαίρι του 2007. Ξεχνούν τι προκάλεσαν «οι δυνάμεις της αγοράς» με το σκάσιμο της φούσκα των ακινήτων και των πιστώσεων που τροφοδοτούσαν οι τραπεζίτες με τις πλάτες των κυβερνήσεων. Ώστε να κινούνται οι οικονομίες με δανεικά για να μην βουλιάξουν τα ποσοστά κέρδους των μεγάλων επιχειρήσεων. Ξεχνούν ότι οι ίδιοι οι τραπεζίτες όταν κατάλαβαν ότι οι «μαύρες τρύπες» δεν θα καλυφθούν ποτέ εάν δεν υπάρξει καταστροφή κεφαλαίων, άρχισαν να βλέπουν ο ένας τον άλλον με μισό μάτι ανεβάζοντας στα ύψη τα επιτόκια δανεισμού αναμεταξύ τους αλλά και στο δανεισμό των κρατών.
Όταν κατάλαβαν ότι τα κράτη θα αναλάβουν τα χρέη τους, μεταφέροντας στα σωθικά τους τις «μαύρες τρύπες» των τραπεζών, τότε τα επιτόκια άρχιζαν να προσγειώνονται. Όχι για να περάσει ρευστό στην πραγματική οικονομία, στα εισοδήματα, στη κατανάλωση, αλλά για να δανείζονται ξανά φθηνά «οι αγορές» και να εκβιάζουν δημιουργώντας νέες χρηματοοικονομικές φούσκες στις μετοχές, τα νομίσματα, τα εμπορεύματα.
Όταν το Πεκίνο αποφάσισε να περιορίσει κάπως τη χορήγηση δανείων από τις κινεζικές τράπεζες υπό το φόβο της «υπερθέρμανσης» (της δημιουργίας μιας επικίνδυνης φούσκας δηλαδή), τότε τα ρίγη διαπέρασαν όλες οι διεθνείς αγορές που «κοκκίνησαν» εκτοξεύοντας το spread στα ύψη. Αυτό είναι το μέγεθος της αστάθειας που προκαλεί το… χάος της κρίσης. Από αυτή την αβεβαιότητα εξαρτώνται τα επιτόκια και όχι από πόσες θυσίες θα κάνουμε οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα και παντού.
Η εικόνα λοιπόν είναι ανάποδη. Όσα και να δεχτούν να θυσιάσουν οι εργαζόμενοι τίποτε δεν εξασφαλίζει ότι θα πέσουν τα επιτόκια δανεισμού του δημοσίου. Διότι αυτό που καθορίζει την πορεία τους είναι η κρίση της παγκόσμιας οικονομίας, η κρίση του καπιταλισμού και όχι τα ιδεολογήματα ότι οι εργαζόμενοι και ο δημόσιος τομέας (το κράτος πρόνοιας) «υπερκαταναλώνουν» και είναι «αντιπαραγωγικοί». Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι να προσπαθήσουμε να «ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών», αλλά να τους επιβάλουμε τα ριζικά μέτρα που απαιτούνται. Αναξιόπιστοι δεν είμαστε εμείς, αποτυχημένοι και αφερέγγυοι είναι αυτοί και το σύστημά τους. Αντί η κυβέρνηση να ψάχνει να βρίσκει 13 δισ. ευρώ το χρόνο (το 22,3% του συνόλου των εσόδων) για να πληρώνει τοκοχρεολύσια στους τραπεζίτες πέρα και πάνω από τα «πακέτα στήριξης», είναι πιο αποτελεσματικό να παγώσει τις πληρωμές τόκων και να κρατικοποιήσει τις τράπεζες χωρίς αποζημίωση των κερδοσκόπων.


Έχουν κάτι να κερδίσουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα από τις επιθέσεις στα εισοδήματα των δημοσίων υπαλλήλων;

Η κυβέρνηση ετοιμάζεται να πετσοκόψει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, λες και τα 2000-2500 ευρώ μεικτά είναι πολλά για να ζήσει κάποιος σήμερα. Και μάλιστα για να φανεί «δίκαιη» η περικοπή των μισθών τους συγκρίνει (ανταγωνιστικά) με πολλές από τις αμοιβές πείνας των 700-1000 ευρώ στον ιδιωτικό τομέα, τις πενιχρές συντάξεις και τη «μαύρη εργασία». Ορισμένοι εργαζόμενοι «τσιμπάνε», το πιστεύουν, το θεωρούν «αναγκαία υποχώρηση», ακόμα κι αν πλήττονται. Αλλά στην πράξη η όλη ιδέα είναι μια παρανόηση η οποία μεθοδεύεται συστηματικά από πάνω προς τα κάτω κι από διάφορα «παπαγαλάκια» στα ΜΜΕ.
Αυτή η διαίρεση αναφορικά με τα διαφορετικά επίπεδα μισθών μεθοδεύεται μεταξύ των εργαζόμενων και στον ιδιωτικό τομέα. Ο ΣΕΒ για παράδειγμα πρότεινε πάγωμα ακόμα και μειώσεις μισθών στις συλλογικές συμβάσεις, στο όνομα της υψηλής ανεργίας και του χαμηλού κατώτατου μισθού.
Χρειάζεται μόνο να θέσουμε τις ερωτήσεις για να δούμε τις απαντήσεις. Αν ένας εργαζόμενος σε μια επιχείρηση αποδεχθεί να του κοπούν π.χ. 5-10-15 ευρώ την εβδομάδα, τα λεφτά αυτά θα πάνε για να βρουν δουλειά οι άνεργοι, για να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, ή θα μεταφερθούν αυτομάτως (με το πάτημα ενός κουμπιού σε ένα PC) στον τραπεζικό λογαριασμό του αφεντικού; Αν ένας εργαζόμενος στο δημόσιο τομέα αποδεχθεί το χαράτσι 7%-10% κατά μέσο όρο στους ονομαστικούς μισθούς, τα λεφτά αυτά θα πάνε για να έχουμε περισσότερες νοσηλεύτριες στα νοσοκομεία, δασκάλες στα σχολεία, καλύτερη ασφάλιση, γενναιόδωρες συντάξεις, εξαφάνιση της γενιάς των 700 ευρώ, ή θα μεταφερθούν αυτομάτως (με το πάτημα ενός κουμπιού σε ένα PC) για να πληρωθούν υπέρογκα τοκοχρεολύσια στις τράπεζες; Ή μήπως θα πάνε σε περισσότερη και καλύτερη υγεία, εκπαίδευση, μεταφορές, υπηρεσίες τοπικής αυτοδιοίκησης; Το σφαγείο που ετοιμάζεται στις τελευταίες είναι ενδεικτικό.
Αυτό που καθορίζει το επίπεδο των μισθών των εργαζομένων είναι το επίπεδο της οργάνωσή τους, η συνδικαλιστική τους δύναμη, η οποία όταν ενώνεται πολλαπλασιάζει τις δυνατότητες. Κανένας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα δεν θα κερδίσει κάτι αν κοπούν οι μισθοί, τα επιδόματα π.χ. των μηχανικών του δημοσίου. Κανένας εργαζόμενος στο δημόσιο δεν θα κερδίσει τίποτα αν κλείσει π.χ. η ELITE, ούτε αν συγχωνευτούν, περικοπούν, οι κοινωνικές υπηρεσίες, η τοπική αυτοδιοίκηση. Όλοι οι εργαζόμενοι, όπου κι αν δουλεύουμε, έχουμε μόνο να κερδίσουμε αν τραβήξουμε μαζί το σχοινί από τη άλλη μεριά από αυτή που το τραβούν οι «αγορές», οι εργοδότες, η Κομισιόν και οι κυβέρνηση.

Ο μύθος για τα επιδόματα του δημοσίου;

Τα επιδόματα πράγματι αποτελούν ένα τεράστιο κομμάτι της μισθολογικής αλυσίδας των δημόσιων υπαλλήλων. Για δεκαετίες οι κυβερνήσεις έκρυβαν επιμελώς μέσα από τις επιδοματικές πολιτικές την ανυπαρξία αυξήσεων σε μισθούς και συντάξεις. Το αίτημα για ενσωμάτωση των επιδομάτων στο βασικό μισθό είναι ένα πάγιο αίτημα των εργαζόμενων στο δημόσιο τομέα. Σήμερα εργαζόμενοι 25 και 30 χρόνια βρίσκονται με βασικό μισθό στα 1200 ευρώ, με τα επιδόματα να αποτελούν το 60%-70% ακόμα και 100% του μισθού τους. Η εξαγγελία Παπανδρέου για μείωση στα επιδόματα ταυτόχρονα με την ενιαία φορολόγηση των ετήσιων απολαβών (σε αντίθεση με την αυτοτελή φορολόγηση των επιδομάτων που ίσχυε μέχρι σήμερα) θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση των απολαβών των εργαζόμενων, που μπορεί να φτάσει σε εκατοντάδες ευρώ το μήνα για εργαζόμενους σε υπουργεία, σε οργανισμούς, σε ΔΕΚΟ, σε υπηρεσίες κάθε είδους.
Η λάσπη της κυβέρνησης που ονομάζει προνομιούχους χιλιάδες εργαζόμενους του δημόσιου τομέα επειδή έχουν καταφέρει με αγώνες δεκαετιών να κατοχυρώσουν δικαιώματα που θα έπρεπε να απολαμβάνουν όλοι οι εργαζόμενοι, δεν μπορεί να περάσει χωρίς απάντηση. Οι εργαζόμενοι γνωρίζουν καλά πως το έλλειμμα ούτε δημιουργήθηκε, ούτε θα καταπολεμηθεί και τις περικοπές μισθών (το παράδειγμα της Ιρλανδίας, με το δεύτερο πακέτο περικοπών εντός 18 μηνών είναι χαρακτηριστικό).


Γιατί οι «θυσίες» δεν θα φέρουν αποτέλεσμα; Τι διδάσκει το παράδειγμα της Ιρλανδίας;

Οι θυσίες κινδυνεύουν να διευρύνουν το φαύλο κύκλο της ύφεσης. Το παράδειγμα της Ιρλανδίας είναι διδακτικό: η κυβέρνηση της Ιρλανδίας, μιας χώρας που υποτίθεται ότι ήταν η «Κέλτικη Τίγρη», ένα οικονομικό θαύμα», προχώρησε πριν από ενάμιση περίπου χρόνο σε ένα πρόγραμμα άγριων περικοπών που είχε σαν στόχο να εξοικονομήσει 8 δισεκατομμύρια ευρώ από τον προϋπολογισμό και να επαναφέρει τα ελλείμματα -που όπως και τα ελληνικά έχουν «ξεφύγει»- στα όρια που έχει θέσει το Σύμφωνο Σταθερότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκαν κατά 7%, οι συντάξεις πετσοκόπηκαν, οι κοινωνικές δαπάνες σχεδόν μηδενίστηκαν, χωρίς αποτέλεσμα. Το μόνο, όμως, που κατάφερε η Ιρλανδική κυβέρνηση ήταν να βυθίσει ακόμα πιο βαθειά στην ύφεση την οικονομία: το ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά 10,5% από τον Γενάρη του 2007 μέχρι σήμερα. Πριν μερικές εβδομάδες ο υπουργός Οικονομικών ζήτησε ένα ακόμα γύρο θυσιών από τους εργαζόμενους -για να εξοικονομήσει άλλα 4 δισεκατομμύρια μέσα στους επόμενους μήνες.
Στα τέλη Νοέμβρη τα συνδικάτα του δημοσίου της Ιρλανδίας οργάνωσαν τη μεγαλύτερη απεργία εδώ και τριάντα χρόνια -και αυτό πριν από την επίσημη ανακοίνωση του νέου πακέτου θυσιών. Το ίδιο συμβαίνει, με όλες τις αδυναμίες και τις εχθρικές αντιμετωπίσεις συνδικαλιστικών ηγεσιών και στην Πορτογαλία και την Ισπανία που έχουν σειρά απεργιακών κινητοποιήσεων το Φεβρουάριο, όπως και στην Ελλάδα.

Πού πάνε τα χρήματα;

Το ελληνικό δημόσιο καλείται να πληρώσει, για τους τόκους σχεδόν 13 δισεκατομμύρια ευρώ (σχεδόν το 22,5% του συνόλου των εσόδων) μέσα στο 2010. Άλλα 19,5 δισεκατομμύρια θα «επιστραφούν» στους τραπεζίτες ως χρεολύσια. Με άλλα λόγια από τα 55 δισ. που θέλει να μαζέψει η κυβέρνηση, τα 32,5 δισ. θα πάνε κατευθείαν πίσω στις τσέπες του Λάτση, του Βγενόπουλου, του Κωστόπουλου και των άλλων τραπεζιτών εντός κι εκτός συνόρων.
Οι τράπεζες που δανείζονταν από την ΕΚΤ με επιτόκιο λιγότερο από 1%, αγόραζαν ελληνικά ομόλογα με προσδοκίες να κερδίσουν σημαντικά ποσά από τη διαφορά των επιτοκίων, με την απόδοση τώρα των δεκαετών ομολόγων να έχει εκτοξευτεί σε ύψη ρεκόρ, φτάνοντας στα τέλη Ιανουαρίου το 7,24%!
Στο εξωτερικό, ομόλογα του ελληνικού δημοσίου κρατάνε στα χέρια τους τραπεζίτες σε ποσοστό 23% στη Βρετανία και Ιρλανδία, ακολουθούν σε Γαλλία με 11% και σε Ιταλία με 6%, ενώ ένα 9% (ή 27 δισ. ευρώ) των 300 δισ. ευρώ χρέους «κρατούν» τράπεζες σε Γερμανία, Αυστρία και Ελβετία, ενώ 6% κρατούν σε Ολλανδία, Βέλγιο και Λουξεμβούργο. Οι διεθνείς τραπεζικοί όμιλοι κατέχουν ελληνικά ομόλογα που αντιστοιχούν στο 88% του ΑΕΠ, σχεδόν στο 73% του δημοσίου χρέους. Πουλάνε Ελλάδα (μετοχές ομόλογα), αλλά δεν αντέχουν και μια χρεοκοπία α λα Lehman. "Αν έχαναν πολλά από τα δανεικά τους, θα έτριζε όλο το οικοδόμημα της ευρωζώνης και των Βαλκανίων που είναι στενά συνδεδεμένα".
Γι' αυτό, ό,τι και να λένε περί χρεοκοπίας ή μη, στο δια ταύτα αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να μην χάσουν τα λεφτά τους και να αποκτήσουν παραπάνω κερδοσκόπωντας με τα spread. Γι' αυτό, στις "αγορές" το νέο πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης δημιουργεί αυξημένες ανησυχίες. Αυτό εννοούν όταν το αποκαλούν "φιλόδοξο". Θέλουν περισσότερες και σκληρότερες παρεμβάσεις "αγκαζέ" με την ΕΚΤ και την Κομισιόν και φοβούνται ότι θα συναντήσουν γενικευμένες κοινωνικές αντιδράσεις παρά τα ξεπουλήματα συνδικαλιστικών ηγεσιών με αποτέλεσμα να εκβιάζουν ακόμα περισσότερο.

Ποια είναι η πραγματική «μαύρη τρύπα» της Ελλάδας

Τα κράτη δεν έχουν την ίδια δύναμη να σώσουν τις οικονομίες τους από τη δίνη της ύφεσης. Η Ελλάδα σε αυτόν τον τοίχο έπεσε. Οι «μαύρες τρύπες» που έχει να καλύψει το «ναυαγοσωστικό» του ελληνικού κράτους είναι πολύ μεγάλες για το μέγεθός του σε σχέση με άλλες ισχυρές οικονομικά χώρες (ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία), που έχουν ξοδέψει σχεδόν 14 τρισ. δολ. κρατικού χρήματος σε «πακέτα διάσωσης».
Εκτός από τις τράπεζες και την έκθεσή τους στην Αν. Ευρώπη που φτάνει τα 55 δισ. ευρώ (όσο το 1/5 του ΑΕΠ) με τις εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου, το παράδειγμα των εφοπλιστών είναι ενδεικτικό. Η «ναυαρχίδα» του ελληνικού καπιταλισμού είναι…τοξική. Έχει δημιουργήσει μια «μαύρη τρύπα»… απύθμενη. Όμως δεν ψάχνει μόνος ο Παπακωνσταντίνου δάνεια στην Κίνα, ψάχνουν μαζί του και οι εφοπλιστές για να βουλώσουν τα «τοξικά» δάνεια της προηγούμενης περιόδου, με τις εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου. Πηγές της αγοράς, που επικαλείται σε πρωτοσέλιδο της η Lloyds List, επισημαίνουν πως «οι Κινέζοι άνοιξαν τα ταμεία των τραπεζών μετά το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν οι παραδοσιακές ναυτιλιακές τράπεζες αιφνιδιαστικά αναγκάστηκαν να κλείσουν τις στρόφιγγες της χρηματοδότησής τους προς τη ναυτιλία». Όχι, όμως, χωρίς ανταλλάγματα. Το ένα το είδαμε λέγεται ΟΛΠ-Cosco.

Φταίνε μόνο οι τράπεζες;

Οι τραπεζίτες είναι άπληστοι, τα θέλουν όλα. Είναι αχόρταγοι κερδοσκόποι και ζητούν να πετσοκοπούν τα πάντα σε σχέση με τις κοινωνικές παροχές, τους μισθούς, τις συντάξεις στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας». Η ρίζα της κρίσης όμως είναι βαθύτερη. Στην πράξη η Ελλάδα κι ο πλανήτης ολόκληρος κινείται από οικονομίες-ζόμπι, ζωντανές-νεκρές. Επιχειρήσεις -ζόμπι οι οποίες στηρίζονταν σε προηγούμενα δανεικά ανοίγματα που δεν βγήκαν φέρνοντας ύφεση στις κερδοφορίες. Τράπεζες-ζόμπι που ζητούν πίσω τα δανεικά τους και βρέθηκαν εγκλωβισμένες στις «μαύρες τρύπες» που οι ίδιες δημιούργησαν με τα «τοξικά» τους. Κι όλοι μαζί σέρνονται σαν τα ζόμπι τρώγοντας τις σάρκες των ζωντανών.
Με την ανεργία σε εκρηκτικά επίπεδα και τις υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας να πετσοκόβονται στο όνομα της «δημοσιονομικής πειθαρχίας». Η ρίζα της κρίσης είναι βαθύτερη κι απλώνεται σε όλους τους πόλους του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος μετά το κραχ του 2007. Όταν μόλις πριν τρία καλοκαίρια όσοι κατείχαν το χρήμα χόρευαν στα σαλόνια του Τιτανικού την ώρα που τα αμπάρια του γέμιζαν νερό χωρίς κανείς τους να έχει πάρει χαμπάρι τι συμβαίνει.
Η στασιμότητα ή η συρρίκνωση των πραγματικών εισοδημάτων οδήγησε από τα τέλη της δεκαετίας του ΄90 στην ενθάρρυνση του δανεισμού από τις κεντρικές τράπεζες για να στηριχθεί η ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες (καταναλωτών και επιχειρήσεων) σε μια προσπάθεια να αποτραπεί το ξέσπασμα μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης. Όμως, το τέλος της φούσκας των φθηνών πιστώσεων ξεσκέπασε την ύφεση που κρυβόταν κάτω από το χαλί και τώρα μας ζητούν αν βάλουμε πλάτη για να ξεπεραστεί. Γι’ αυτό τώρα όλοι οι ισχυροί (G20, ΔΝΤ) ανησυχούν να τραβήξουν τα "πακέτα στήριξης", σε κλίμα εξαιρετικά εύθραυστης ανάκαμψης, παρά τα ελλείμματα που φορτώθηκαν τα κράτη.

Είναι μόνο «ελληνική ασθένεια»; Πού οφείλεται ο πανικός τους;

Η προκλητική στάση των «αγορών» να ζητούν όλο και περισσότερα είναι απόρροια πανικού: γιατί όλοι ξέρουν ότι η «ελληνική ασθένεια» μόνο ελληνική δεν είναι. Τα ελλείμματα έχουν ξεφύγει πέρα από κάθε έλεγχο όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ιρλανδία και στην Ισπανία και στη Βρετανία -ακόμα και στις ΗΠΑ. Την χρονιά που μας πέρασε οι κυβερνήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο κατάφεραν να αποφύγουν τα χειρότερα στηριζόμενες, ουσιαστικά, στα πιεστήρια των κεντρικών τραπεζών. Αλλά όλοι ξέρουν ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο: οι κίνδυνοι είναι τεράστιοι -από την αναζωπύρωση ενός ανεξέλεγκτου πληθωρισμού, όπως είχε γίνει τη δεκαετία του 1970, μέχρι την κατάρρευση των ισχυρών νομισμάτων -όχι μόνο της αγγλικής λίρας και του ευρώ αλλά ακόμα και του δολαρίου.
Για αυτό αναζητούν όλοι επειγόντως «στρατηγικές εξόδου». Αλλά αυτό σημαίνει ένα πολύ απλό πράγμα: η χρηματοδότηση από τις κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να αντικατασταθεί από την «ελεύθερη αγορά» -από τους τραπεζίτες-κερδοσκόπους δηλαδή. Οι τράπεζες ανακάλυψαν ξαφνικά ότι οι σίγουρες επενδύσεις στηρίζονταν απλά και μόνο στη μεγαλομανία του αφεντικού και την τυφλή εμπιστοσύνη στα διαταραγμένα από την κερδοσκοπία «σήματα» της αγοράς. Και επειδή, ταυτόχρονα, οι πηγές από τις οποίες αντλούν όλα αυτά τα χρόνια και οι ίδιες οι τράπεζες τα λεφτά που δανείζουν έχουν αρχίσει να στερεύουν αποφασίζουν ξαφνικά να κόψουν την χρηματοδότηση.
Το αποτέλεσμα είναι μια οικονομία γεμάτη από επιχειρήσεις-ζόμπι: επιχειρήσεις που έχουν στερέψει τόσο από λεφτά που δεν μπορούν ούτε να αγοράσουν πρώτες ύλες, ούτε να καταβάλουν τους μισθούς, ούτε να πληρώσουν τους φόρους -και στο τέλος ούτε να ανταποκριθούν πια στις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: